Εξωκλήσι Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης
Όταν η ιστορία λεηλατείται
Ξεκινώντας το οδοιπορικό μας προς ανακάλυψη και εξερεύνηση ιστορικών μνημείων βρεθήκαμε στο εξωκλήσι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Οδεύοντας λοιπόν στο δρόμο Κουκλιών - Αρχιμανδρίτας και λίγο πιο κάτω από τις επιβλητικές ανεμογεννήτριες, που στροβιλίζονται ακατάπαυστα, του αιολικού πάρκου στην οροσειρά Ορείτες, στην αριστερή πλευρά του δρόμου και σε δυσπρόσιτη πλαγιά συναντά κανείς το εξωκλήσι αυτό που χρονολογείται γύρω στον 5ο αιώνα μ.Χ..
Κτισμένο με πελεκητό ασβεστόλιθο, σε σχήμα καμαρόσκεπης Βασιλικής, ο ναός ορθώνεται ακόμα στην αρχική του θέση. Η ημικυκλική καμάρα της οροφής είναι καλυμμένη από τσιμεντοκονίαμα. Η εξωτερική τοιχοποιία πλάτους 70 εκατοστών καθώς και τα 80 εκατοστά των εξωτερικών πεσσών αποδεικνύονται ισχυρά μέσα στο πέρασμα τόσων αιώνων και στηρίζουν ακόμη και σήμερα το όλο οικοδόμημα που εσωτερικά μοιάζει με στοά.
Στο εσωτερικό του, ο ναός φαίνεται πως ήταν ολοκληρωτικά διακοσμημένος με αγιογραφίες οι οποίες όμως έχουν καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά. Το πάτωμα είναι στρωμένο με ακανόνιστες πλάκες ασβεστόλιθου. Ο ναός δεν διαθέτει τέμπλο παρά μόνο ορισμένες εικόνες οι οποίες είναι τοποθετημένες σε μικρές εσοχές των πεσσών. Στην θέση της Αγίας Τράπεζας υπάρχουν ίσες πλάκες τοποθετημένες η μία επάνω στην άλλη όπου θαρρεί κανείς ότι δημιουργούν έναν βωμό.
Κατά τον 7ο αιώνα και έπειτα, όταν το νησί δεχόταν συνεχόμενες και σφοδρές επιθέσεις των πειρατών και των Αράβων, το τότε μοναστήρι λεηλατήθηκε κατ' επανάληψη. Οι μοναχοί, τότε για να προστατευθούν, στην απέναντι όχθη και πάνω σε έναν κατακόρυφο βράχο έσκαψαν ένα μικρό σπήλαιο, το οποίο καλύπτεται από πυκνή βλάστηση και είναι σχεδόν αδύνατον να το παρατηρήσει κάποιος, όπου διέμεναν εκεί τις δύσκολες ώρες. Εν καιρό ειρήνης το εν λόγω σπήλαιο χρησιμοποιείτο και ως ασκητήριο.
Το τοιχογραφημένο αυτό σπήλαιο φημολογείται ότι αποτελούσε την πρώτη εγκλείστρα του Αγίου Νεοφύτου, πριν μεταφερθεί στην τελευταία του τοποθεσία εγκλεισμού που βρίσκεται δίπλα από το ομώνυμο και μεγαλοπρεπές μοναστήρι που φέρει το όνομά του, λίγο πιο πάνω από την κοινότητα Τάλας.
Κατά τα χρόνια της Φραγκοκρατίας το μοναστήρι βρισκόταν σε άνθιση. Αν και γνωρίζουμε πως οι διωγμοί των Κυπρίων από τους Φράγκους και τους Λατίνους ήσαν συχνοί, ωστόσο γύρω από το μοναστήρι των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης δημιουργείται οικισμός, παρόλο που στις γύρω κοινότητες κατοικούσαν κατακτητές.
Οι νέοι κάτοικοι, πλέον, του μοναστηριακού συγκροτήματος ασχολούνταν με την ελαιοκομία και την κτηνοτροφία εκμεταλλευόμενοι τα φυσικά χαρακτηριστικά της γύρω περιοχής όπου απαρτίζονταν από το συνεχές τρεχούμενο νερό που διέτρεχε την περιοχή καθώς και την γονιμότητα του εδάφους της περιοχής.
Επισκεπτόμενος κανείς, σήμερα, δεν θα δει ούτε οικισμούς αλλά ούτε και κτηνοτροφικές μονάδες παρά μόνο το εξωκλήσι που είναι αφιερωμένο στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη καθώς και ένα σωρό από διάσπαρτες ασβεστολιθικές πλάκες στον περίγυρο του. Και αυτό γιατί τα πέτρινα χρόνια που πέρασε η Κύπρος επί Τουρκοκρατίας το μοναστηριακό συγκρότημα και ο γύρω οικισμός καταστρέφονται ολοκληρωτικά από τις θηριωδίες των Οθωμανών. Από την καταστροφική μανία των Τούρκων δεν γλύτωσαν ούτε οι τοιχογραφίες που κοσμούσαν το εσωτερικό του ναού.
Για την ιστορία, πρέπει να αναφέρουμε πως, ο συγκεκριμένος ναός από την περίοδο όπου λεηλατήθηκε από τους Οθωμανούς μέχρι και στα νεότερα χρόνια της Αγγλοκρατίας χρησιμοποιείτο ως στάνη και χώρος σταυλισμού για κοπάδια Τουρκοκύπριων κτηνοτρόφων της περιοχής.
Ευτυχώς όμως, πριν από μερικά χρόνια και με την καθοδήγηση του Τμήματος Αρχαιοτήτων της Κυπριακής Κυβέρνησης το ξωκλήσι επιδιορθώθηκε και συντηρήθηκε. Το ίδιο και το σπήλαιο στην απέναντι όχθη του ποταμού που όμως η πρόσβαση παραμένει ακόμη σχεδόν απροσπέλαστη.
Το ξωκλήσι είναι πάντοτε ανοικτό για τους επισκέπτες ενώ το σπήλαιο είναι κλειδωμένο και η επίσκεψη του επιτρέπεται μόνο κατόπιν συνεννόησης με τους λειτουργούς του Αρχαιολογικού Χώρου Κουκλιών οι οποίοι έχουν και το κλειδί της πόρτας που οδηγεί στο σπήλαιο αυτό.
Ο τόπος αυτός πραγματικά δεν είναι για να απολαύσει κανείς την αγνότητα της φύσης που περιτριγυρίζει το εξωκλήσι. Είναι ένα μνημείο με μια μακραίωνη ιστορία που διατρέχει τον κίνδυνο να παραμείνει άγνωστο στο ευρύ κοινό και στο τέλος να εγκαταλειφθεί και η κάθε προσπάθεια συντήρησης του.
Γι' αυτό και εμείς το αναδεικνύουμε όχι μόνο ως προορισμό για μια μονοήμερη εκδρομή αλλά και για να γίνει ευρύτερα γνωστό στο Κυπριακό και ξένο κοινό το οποίο θέλει να δώσει ένα ραντεβού με την τοπική Χριστιανική ιστορία της περιοχής.