Κυριάκος Χαραλαμπίδης
Η Αμμόχωστος της καρδιάς του
«Ο κόσμος ήταν, είναι και θα είναι πάντα σε κρίση, πολιτική, οικονομική, πολιτισμική, κρίση αξιών, κρίση ανθρώπινης, αλίμονο, επιβίωσης. Δουλειά του ποιητή είναι να ανάβει ένα κερί μέσα στο σκοτάδι ή, αν προτιμάτε, ν' ανθοβολεί όπως λουλούδι σ' έναν κόσμο ζοφερής ιδιοτέλειας και ξηρασίας». (Κυριάκος Χαραλαμπίδης)
Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης, θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους Κύπριους ποιητές με μια τεράστια συλλογή έργων έχοντας προσφέρει μεγάλη πολιτιστική και λογοτεχνική κληρονομιά στη Κύπρο. Γεννήθηκε το 1940 στη Άχνα Αμμοχώστου. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (Ιστορία-Αρχαιολογία). Έχει κάνει μαθήματα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και εξάμηνη ειδίκευση σε θέματα Ραδιοφωνίας, στο Μόναχο. Για λίγα χρόνια εργάστηκε ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. Το 1968 διορίστηκε στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου και τα τελευταία χρόνια υπήρξε Προϊστάμενος του Τμήματος Προγραμμάτων Ραδιοφώνου μέχρι την αφυπηρέτησή του (1988).
Μέσα από τις αρκετές συνεντεύξεις που έχει δώσει μέχρι σήμερα και δεδομένου ότι εχει γεννηθεί στην Άχνα της Αμμοχώστου, δεν έκρυψε ποτέ την αδυναμία του και την τεράστια αγάπη και νοσταλγία που αισθάνεται για την Αμμόχωστο. Σε ερώτηση ενός δημοσιογράφου για το τι σημαίνει για αυτόν η λέξη «Αμμόχωστος» ο ποιητής απαντά : '' Όχι φυσικά μια πόλη χωσμένη στην άμμο, ή «ολάκερη μια πόλη μες στο κρατητήριο», καταπώς λέω σ’ ένα στίχο μου, αλλά ακριβώς η ανάληψη της πόλης και η τοποθέτησή της στη Βασιλεία των Ουρανών, όπου κανένα βέβηλο χέρι δεν θα μπορούσε πια να την αγγίσει. Άχραντη και αμόλυντη, ωσάν την άνω Σιών της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Έγραψα για την πόλη ένα βιβλίο προσδοκώντας να περισώσω τον μαθηματικό της τύπο και συνάμα να υψώσω πάνω από αυτήν μια προστατευτική αιγίδα που ν' αποτρέπει κάθε κακό. Πάσχισα επίσης να αποδώσω την ανθρωπογεωγραφία του συγκεκριμένου χώρου και μέσω αυτού ένα ευρύτερο συμβολισμό για όλη την κατεχόμενη πατρίδα. Είδα την πόλη ως όραμα, πέρα από το κέλυφός της για το οποίο μιλούν οι πολιτικοί μας. Είδα την ψίχα της και την ψυχή της, είδα την έγερση και την ανάστασή της, χωρίς να παρορώ λάθη, ασχήμιες, παλινωδίες, αλλά και ζητήματα που σχετίζονται με την υπαρξιακή διάσταση του ανθρώπου. Τι άλλο να σας πω για την Αμμόχωστο; Μην ανοίγετε το κουτί με τα αρώματα.''
Σε άλλη μια συνέντευξη και ερωτώμενος αν του έχει λείψει η θάλασσα της Αμμοχώστου ο ποιητής απαντά αφοπλιστικά : ''Με τα μάτια της ψυχής μου συνεχίζω να τη βλέπω αφάνταστα δυνατά. Δεν έχω πάει ποτέ, από τότε που έγινε ο πόλεμος. Κάθε μέρα, όμως, εκεί κολυμπάω. Αλλά περισσότερο κολυμπάω στον Άγιο Φίλωνα, την αρχαία Καρπασία. Εκεί έβλεπα χελώνες κι αχινούς και φίδια που ερωτεύονταν πλάι σε αρχαίους τάφους.''
Ακολούθως, στην ερώτηση τι θυμάται έντονα στη παιδική του ηλικία ο ποιητής απαντά: '' Τα καλοκαίρια στον Άγιο Φίλωνα, που είναι το επίνειο του Ριζοκαρπάσου. Μέναμε στην παραλία σε ένα μικρό κατάλυμα και εκεί ζούσα εκπληκτικές στιγμές. Έβλεπα τις θαλάσσιες χελώνες να βγαίνουν τη νύχτα στην παραλία, τα πτερύγια από τα σκυλόψαρα να προβάλλουν στον βαθύ ορίζοντα, τον έναστρο ουρανό να σμίγει με τη θάλασσα, τα μανιασμένα κύματα όταν
φυσούσε ο βοριάς. Θυμάμαι μια νύχτα με καταιγίδα που η θάλασσα άφριζε και έσπαγε με βοή τα κύματά της στα βράχια. Είχαμε μια σκύλα, τη Λάση, που εκείνο το βράδυ γάβγιζε συνεχώς προς τη θάλασσα. Είδαμε τότε ένα φωτάκι στο βάθος, μια να φαίνεται, μια να χάνεται μέσα στα κύματα. Ήταν ένα καΐκι και πάλευε να φτάσει στην ακτή να σωθεί. Η μητέρα τότε μας έβαλε να προσευχόμαστε στον Θεό να βοηθήσει τους έρημους ανθρώπους να σωθούν. Με τα πολλά φτάσανε στην παραλία. Ο πατέρας έτρεξε να τους περιποιηθεί. Ήτανε Καλυμνιώτες σφουγγαράδες και αφού πήρανε ανάσα, ανάψανε φωτιά να στεγνώσουν, φτιάξανε την ψαρόσουπα και αρχίσανε το τραγούδι και τον χορό. Απίστευτα δυνατές στιγμές!''
Ποια είναι όμως η γνώμη του ποιητή για τη σημερινή κατάσταση της Κύπρου ; '' Πράγματι, περνάμε δύσκολες στιγμές. Βιώνουμε αυτό που λέμε «εις το εναντίον μεταστροφή», καθώς περάσαμε ξαφνικά από την ευτυχία στην απόλυτη δυστυχία. Και τούτο οφείλεται στην αναλγησία της Ευρώπης. Εχω την αίσθηση ότι τελούμε υπό ευρωπαϊκή κατοχή. Ναι, κατοχή! Προσέχω, ωστόσο, πως αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα με κάποια ψυχραιμία, ίσως επειδή δεν έχουμε συναίσθηση του τι συνέβη ακριβώς, δεν είναι ορατές ακόμη οι συνέπειές του. Χαίρομαι για τον κυπριακό λαό, γιατί έχει μέσα του κουράγιο, πείσμα, αυθεντικότητα, αλληλεγγύη. Δεν εξέλιπε αυτό το κύτταρο γνησιότητας και ανθρωπιάς που τον χαρακτηρίζει. Του άξιζε καλύτερη μοίρα…''
Κλείνοντας, αξίζει να αναφέρουμε τα πολύ όμορφα και ειλικρινή λόγια του ποιητή που δεν μπορoύν να αφήσουν κανέναν ασυγκίνητο καθώς σίγουρα θα αντιληφθούν το μεγαλείο ψυχής του : '' Θέλω να μ' αγαπάνε, γιατί δεν θέλω να με μισούν. Και δεν θέλω να με μισούν, για να μην μου θολώνουν το νερό στην καρδιά μου. Αν δεν αγαπάς κι αν δεν σ' αγαπούν, τότε γιατί ήρθες στον κόσμο; Η αγάπη είναι απαίτηση της ύπαρξής μας.''