Κίνδυνος αναλφαβητισμού για μαθητές
Friday 04/12/2020

Κίνδυνος αναλφαβητισμού για μαθητές

Με βάση τα αποτελέσματα της σχολικής χρονιάς 2019 – 2020

Καθόλου αδιάφορα δεν είναι τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει από τα δοκίμια που δόθηκαν στους μαθητές της Γ’ και Στ’ τάξης των δημοτικών σχολείων κατά τη σχολική χρονιά 2019 – 2020, στο πλαίσιο του προγράμματος λειτουργικού αναλφαβητισμού. Για άλλη μια φορά διαπιστώνεται ότι ένα σημαντικό ποσοστό παιδιών έχουν μεγάλη πιθανότητα να μείνουν λειτουργικά αναλφάβητα και ανήκουν στις ομάδες ρίσκου όσον αφορά τη γλωσσική – επικοινωνιακή καθώς και τη μαθηματική τους ικανότητα.

Με βάση τα αποτελέσματα της σχολικής χρονιάς 2019 – 2020, όπως αυτά γνωστοποιήθηκαν προσφάτως από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης (ΚΕΕΑ) του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, καταδεικνύεται ότι:

⦁    Στην Γ’ τάξη: Το 12,9% των μαθητών αναγνωρίστηκε με μεγάλη πιθανότητα να μείνει γλωσσικά αναλφάβητο και το 12% των μαθητών με μεγάλη πιθανότητα να μείνει μαθηματικά αναλφάβητο. Ποσοστό 7,1% των μαθητών άνηκε και στις δύο ομάδες. (Ο συνολικός αριθμός των μαθητών που συμμετείχαν ανήλθε στους 8.120 για τα δοκίμια της Γλώσσας και στους 8.182 για τα δοκίμια των Μαθηματικών). 

⦁    Στην Στ’ τάξη: Το 11,2% των μαθητών αναγνωρίστηκε με μεγάλη πιθανότητα να μείνει γλωσσικά αναλφάβητο και το 8,8% μαθηματικά αναλφάβητο. Ποσοστό 5,4% των παιδιών ανήκε και στις δύο ομάδες ρίσκου για αναλφαβητισμό. (Ο συνολικός αριθμός των μαθητών που συμμετείχαν ανήλθε στους 8.139 για τα δοκίμια της Γλώσσας και στους 8.122 για τα δοκίμια των Μαθηματικών).

Για τους μαθητές που πέρσι φοιτούσαν στην Γ’ τάξη, με βάση τα προσωπικά τους χαρακτηριστικά που εξετάστηκαν στο πρόγραμμα λειτουργικού αλφαβητισμού, διαπιστώθηκε ότι υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής στις ομάδες ρίσκου του λειτουργικού αναλφαβητισμού έχουν: (α) τα αγόρια, μόνο όμως σε σχέση με τον γλωσσικό αναλφαβητισμό, (β) οι μαθητές και οι μαθήτριες με μη κυπριακή υπηκοότητα και (γ) οι μαθητές και οι μαθήτριες που εισήλθαν στο Δημοτικό σε ηλικία μικρότερη των 6 χρόνων. 

Σε σχέση με το φύλο, τα αγόρια βρέθηκαν να έχουν μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στην ομάδα ρίσκου του γλωσσικού αλφαβητισμού από ό,τι τα κορίτσια (15,3% και 10,4%, αντίστοιχα). Όσον αφορά στα Μαθηματικά, το ποσοστό των αγοριών στην ομάδα ρίσκου ήταν μικρότερο από το αντίστοιχο των κοριτσιών (11,6% και 12,5%, αντίστοιχα). 

Ως προς τον παράγοντα υπηκοότητα, το ποσοστό συμμετοχής των παιδιών με μη κυπριακή υπηκοότητα, τα οποία αναγνωρίστηκαν στην ομάδα ρίσκου του γλωσσικού (33,1%) και μαθηματικού αναλφαβητισμού (25,0%), ήταν κατά πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ποσοστό των μαθητών με κυπριακή υπηκοότητα (9,3% και 9,6% αντίστοιχα). 

Αξίζει να σημειωθεί ότι διερευνήθηκαν οι στάσεις απέναντι στο διάβασμα και συγκεκριμένα σε σχέση με δύο πτυχές: Το διάβασμα για σκοπούς ευχαρίστησης και το διάβασμα για σκοπούς μάθησης στο πλαίσιο του σχολείου. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν θετικές στάσεις απέναντι στο διάβασμα ως προς τις δύο διαστάσεις. Όσον αφορά στη συσχέτιση των στάσεων αυτών με το ρίσκο για γλωσσικό και μαθηματικό αναλφαβητισμό, το ποσοστό των παιδιών με αρνητικές στάσεις απέναντι στο διάβασμα για σκοπούς ευχαρίστησης, αλλά και για σκοπούς μάθησης στο πλαίσιο του σχολείου και στις δύο ομάδες ρίσκου ήταν υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό στις ομάδες των παιδιών που δεν αντιμετωπίζουν ρίσκο. 

Επιπρόσθετα, διαφάνηκε ότι ποσοστό γύρω στο 17,5 % και 16,1% της συνολικής διακύμανσης του ρίσκου για γλωσσικό και μαθηματικό αναλφαβητισμό αντίστοιχα, οφείλεται στο επίπεδο του σχολείου. Εύρημα που επιβεβαιώνει την ανάγκη για διενέργεια περαιτέρω αναλύσεων. 

Ο συσχετισμός με επιδόσεις και απουσίες

Για τους μαθητές που φοιτούσαν πέρσι στην Στ’ τάξη, διαπιστώθηκε ότι το προφίλ όσων εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στις ομάδες ρίσκου, οι αναλύσεις κατέδειξαν ότι έχουν κυρίως κυπριακή υπηκοότητα και είχαν μέτριες προς χαμηλές επιδόσεις στα δοκίμια του προγράμματος λειτουργικού αλφαβητισμού όταν ήταν στην Γ’ τάξη (γύρω στο 65,0% και 69,6% στην Στ΄ τάξη, που αναγνωρίστηκε στις ομάδες ρίσκου γλωσσικού και μαθηματικού αναλφαβητισμού αντίστοιχα, είχε αναγνωριστεί και τη σχολική χρονιά 2016- 2017). 

Όπως σημειώνεται στην έκθεση του ΚΕΕΑ, με κριτήριο τα δημογραφικά χαρακτηριστικά, οι συσχετίσεις ανάμεσα στο ρίσκο για γλωσσικό και μαθηματικό αναλφαβητισμό και των παραγόντων σε σχέση με τα χαρακτηριστικά του μαθητή κατέδειξαν ότι μεγαλύτερη συμμετοχή στις ομάδες ρίσκου έχουν τα αγόρια, μαθητές/μαθήτριες με μη κυπριακή υπηκοότητα και μαθητές/μαθήτριες που εισήλθαν στο Δημοτικό σε ηλικία μικρότερη των 6 χρόνων. 

Σε σχέση με τις στάσεις και τις απόψεις, μεγαλύτερη συμμετοχή στις ομάδες ρίσκου έχουν μαθητές/μαθήτριες με αρνητικές στάσεις απέναντι στο διάβασμα και στα Μαθηματικά, χαμηλό βαθμό εμπιστοσύνης στην αναγνωστική και μαθηματική τους ικανότητα και χαμηλά κίνητρα για διάβασμα. 

Τα παιδιά των ομάδων ρίσκου βρέθηκαν να έχουν χαμηλότερους μέσους όρους από τους αντίστοιχους των παιδιών μη ρίσκου. Η συχνότητα απουσιών φαίνεται να συσχετίζεται με τη συμμετοχή στις ομάδες ρίσκου του λειτουργικού αναλφαβητισμού, αφού οι μαθητές/μαθήτριες με συχνές απουσίες από το σχολείο (σε εβδομαδιαία βάση) έχουν τα υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής και στις δύο ομάδες ρίσκου από τα παιδιά που απουσιάζουν λιγότερο. 

Οι συσχετίσεις ανάμεσα σε μεταβλητές που χαρακτηρίζουν το οικογενειακό περιβάλλον και το ρίσκο για λειτουργικό αναλφαβητισμό κατέδειξαν, όπως και άλλες χρονιές, ότι μεγαλύτερη συμμετοχή στις ομάδες ρίσκου έχουν τα παιδιά με γονείς/κηδεμόνες με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, που μεγαλώνουν σε ένα δίγλωσσο ή πολύγλωσσο περιβάλλον, μαθητές στους οποίους δεν ανατίθεται κατ’ οίκον εργασία, που δεν αφιερώνουν καθόλου χρόνο στο σπίτι ή που αφιερώνουν υπερβολικό χρόνο σε καθημερινή βάση για την κατ’ οίκον εργασία και οι οποίοι δηλώνουν ότι τους βοηθά σε συχνή βάση κάποιος στο σπίτι με την κατ’ οίκον εργασία και παιδιά με απουσία από το σπίτι μέσων που υποβοηθούν τη μάθηση.