Ο Κυπριακός Καφές
Η Αγαπημένη Καθημερινή Συνήθεια!
O Κυπριακός Καφές κατέχει πρωταρχική θέση στη ζωή των Κυπρίων. Το πλούσιο άρωμα του και η χαρακτηριστική του γεύση τον κάνουν να ξεχωρίζει από τους υπολοίπους καφέδες. Αποτελεί μία από τις πιο χαρακτηριστικές και αγαπημένες,καθημερινές συνήθειες των Κυπρίων.Ο κυπριακός καφές καταναλώνεται ευχάριστα όλες τις ώρες της ημέρας, με καλή παρέα ή και μόνος και μπορούμε να τον συνοδεύσουμε υπέροχα με γλυκά κουλουράκια, γλυκά κείκ,αλμυρά κλπ.
Η ιδιαιτερότητα αυτού του καφέ έγκειται στο γεγονός ότι του δόθηκαν διάφορες ονομασίες,ανάλογα με τη χώρα στην οποία παρασκευάζεται. Έτσι λοιπόν ακούει στο όνομα «αραβικός καφές» ή «μεσανατολικός καφες».Στις χώρες των Βαλκανίων ονομάζεται «τούρκικος καφές», ενώ στην Κύπρο καλείται «κυπριακός καφές». Στην Ελλάδα ήταν δεκτός και διαδεδομένος ως «τούρκικος καφές», μέχρι τη δίωξη των Ελλήνων από την Κων/πολη αρχές του ‘60, οπότε ο κόσμος ως διαμαρτυρία άρχισε να τον αποκαλεί «ελληνικό».Τέλος στη Μ.Ανατολή είναι διαδεδομένη η ανάμειξη του καφέ με κάρδαμο και άλλα αρωματικά φυτά.
Βασικό εργαλείο της παρασκευής του κυπριακού καφέ είναι το λεγόμενο «μπρίκι» (το οποίο είναι ένα χάλκινο σκεύος που είναι φαρδύ στον πάτο και λεπταίνει προς τα επάνω) και μέσα στο οποίο πρέπει σχεδόν να βράσει το μείγμα του νερού με τη ζάχαρη, το οποίο και ανακατεύουμε στην αρχή με το αναδευτήρι ή το κουταλάκι.
Χαρακτηριστικό του καφέ είναι το καιμάκι, ένας πηχτός αφρός που δημιουργείται κατά το βρασμό του καφέ. Σερβίρεται σε φλυτζάνι μικρό ή χοντρό, ειδικό για τον καφέ. Επιτυχημένος θεωρείται ο καφές, όταν το καιμάκι του διατηρείται κατά το σερβίρισμα.
Άλλες χαρακτηριστικές ονομασίες που καφέ είναι ο «βαρύς γλυκός», «πολλά βαρύς» ή «βαρύς γλυκός». Ο κυπριακός καφές δημιουργείται από φρέσκους λεπτούς και αλεσμένους κόκκους, κυρίως Βραζιλιάνικης προέλευσης.
Τέλος ο τρόπος προετοιμασίας του κυπριακού καφέ μας εξασφαλίζει τη μικρότερη περιεκτικότητα του σε καφείνη, συγκριτικά με άλλα είδη καφέ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι κατά την παρασκευή του καφέ το μεγαλύτερο μέρος της καφείνης κατακρατείται στο ίζημα το οποίο δημιουργείται.